Αλφαβητάρι της Πέτρας
” Από τα πάντα ένα και από ένα τα πάντα” – Ηράκλειτος
Α.
Το «Αλφαβητάρι της πέτρας» είναι μια ενότητα γλυπτών, εργασμένη πάνω σε Παρία λίθο. Είναι πρόσωπα, που ‘βγαίνουν’ μέσα από το κομμάτι του μαρμάρου, χωρίς να αλλοιώνουν το αρχικό φυσικό του σχήμα. Έτσι η Παρία λίθος, ο λυχνίτης, δεν απετέλεσε το άμορφο υλικό στα χέρια του τεχνίτη, αλλά σ’ αυτή την περίπτωση, το κάθε κομμάτι της λειτούργησε σαν μια ξεχωριστή, αυτοτελής και μοναδική οντότητα, η οποία στο διάλογό της μαζί μου , μάλλον μου ‘πρότεινε’ το πρόσωπό της. Γι’ αυτό και παρά την ομοιογένεια της τεχνικής, το καθένα από τα 24 πρόσωπα έχει τα δικά του χαρακτηριστικά και τη δική του προσωπική έκφραση.
Β.
Από μια οπτική γωνία, ο δρόμος αυτός υπακούει σ’ ένα αρχέγονο ένστικτο που έχουμε οι άνθρωποι, να δίνουμε ανθρώπινη μορφή στα ασαφή, τα συγκεχυμένα και μυστήρια, καθιστώντας τα έτσι αναγνωρίσιμα από τη συνείδησή μας, προσιτά και οικεία.
Όμως το ίδιο κάνουμε και για τα άψυχα όντα, με τα οποία αναπτύσσουμε ισχυρό συναισθηματικό σύνδεσμο, πιθανώς γιατί η λογική μας δικαιολογεί ‘προσωπική’ σχέση μόνο με το ανθρώπινο πρόσωπο. Όλοι μας, σαν παιδιά, ζωγραφίσαμε τον ήλιο σαν στρογγυλό ροδομάγουλο και χαμογελαστό πρόσωπο και βάλαμε σε τέτοια διάταξη την πόρτα και τα παράθυρα του σπιτιού μας που να παραπέμπει σε πρόσωπο. Τόσο στην καθημερινή μας λαλιά, όσο και στην τέχνη του πεζού και ποιητικού λόγου η προσωποποίηση των στοιχείων της φύσης είναι από τα πιο ενδιαφέροντα και χαριτωμένα χαρακτηριστικά της ελληνικής γλώσσας, απ’ αυτά που κάθε άλλο παρά απλό φκιασίδι και σχήμα λόγου είναι. Έτσι « Άξιον εστί η στεριά, που βουτά και υψώνει αυχένα, και ..άξιον εστί .. οι σημάντορες άνεμοι που ιερουργούνε και φυσούν και ανάβουνε τα πορτοκάλια που σφυρίζουν στα όρη κι έρχονται ..και Άξιον εστί το κύμα που αγριεύει και σηκώνεται πέντε οργιές πάνω και άξιον εστί.. της μικρής βροχής το λυπημένο πρόσωπο..»
Ο. Ελύτη – “ΤΟ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ” – Ίκαρος
Ό,τι αγαπάμε και ό,τι μας γεννά ισχυρά
συναισθήματα επιβάλλοντάς μας σεβασμό, το προσωποποιούμε,
παρά τις αντιδράσεις του λογικού μας.
Η ζωγραφική και η γλυπτική έχουν να δείξουν αριστουργήματα ανθρωπομορφικών απεικονίσεων της φύσης. Είναι όμως εικαστικές αποδόσεις του λόγου. Στα γλυπτά της ενότητας «Αλφαβητάρι της πέτρας» ο ανθρωπομορφισμός κινείται σε διαφορετικό επίπεδο και προσπαθεί να υλοποιήσει μια διαφορετική στάση απέναντι στη φύση και τον άνθρωπο.
Γ.
Διάβαζα, θυμάμαι, στα φοιτητικά μου χρόνια το βιβλίο του Χάιντεγκερ «Είναι και Χρόνος» κι ερχόταν φορές που κατάκοπος από την προσπάθεια του 20χρονου μυαλού μου να το κατακτήσει, μού’ βγαινε σαν παράπονο και σαν διαμαρτυρία ο στίχος του Σεφέρη «ο κόσμος είναι απλός». Σιγά – σιγά έπαψα να διαμαρτύρομαι, όχι μόνο γιατί ‘ωρίμασα’ και απέκτησα γνώσεις, δεξιότητες και δυνατότητα κατανόησης απαιτητικών αναγνωσμάτων, αλλά κυρίως γιατί η αγωνία της αναζήτησης υποχώρησε κι έγινε μάλλον ένα γοητευτικό παιχνίδι του νου χωρίς τίμημα και αντίκρυσμα στη ζωή. Εξαίρεση οι θεολογικοί και κοινωνιολογικοί μου προβληματισμοί.
Αφηνόμουν να δω τον κόσμο μέσα από τα κιάλια των ατομοκεντρικών του ψυχολογισμού και μ’ έπειθαν, ώσπου διάβαζα τους κοινωνιοκεντρικούς, που κι αυτοί μ’ έπειθαν. Η πρόσθεση έβγαζε μπέρδεμα κι ας φώναζε ο Σεφέρης μέσα από τα έγκατα της αλήθειας μου, πως «ο κόσμος είναι απλός». Αυτή τη φορά δεν ήταν παιχνίδι του νου και ευχάριστος ιριδισμός, αλλά αγωνία για την πρέπουσα στάση απέναντι στα κοινωνικά δρώμενα . Ήταν αγωνία για την κατανόηση της κοινωνίας και του κόσμου ευρύτερα μέσα στον οποίο πάσχιζα να καθορίσω τα όρια της ταυτότητας και της ετερότητάς μου.
Πέρασαν πολλά χρόνια για να κατανοήσω, πως το ψευτοδίλημμα της προτεραιότητας του ατόμου έναντι της κοινωνίας ή της κοινωνίας έναντι του ατόμου, δεν το εισήγαγε στη ζωή μου η μελέτη των συγγραμμάτων των ατομοκεντρικών ή κοινωνιοκεντρικών, ούτε οι κοκορομαχίες των πολιτικών νεολαιών, αλλά η ‘μπουλντόζα’, η αισθητική του χώρου των μεγαλουπόλεων και ο δυτικός τρόπος ζωής, που «χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ», αλλοίωσαν μέσα σε λίγες δεκαετίες «ανεπαισθήτως» τον πατροπαράδοτο τρόπο που ο Ρωμιός καθόριζε τον εαυτό του απέναντι στον συνάνθρωπό του και τη φύση. …..Κι ας μιλούμε για το Ρωμιό, τον Έλληνα , που κουβαλά στο συλλογικό του ασυνείδητο ολόκληρο τον υπέροχο πολιτισμό της αρχαιότητας και του χριστιανικού Βυζαντίου, τον Έλληνα όμως, που μοιάζει να χάνει την δυνατότητα κατανόησης και οικειοποίησης του ιδεολογικού και αισθητικού οπλισμού της ίδιας του της γλώσσας, να χάνει την ικανότητα ουσιαστικής επαφής με τα αριστουργηματικά γραπτά μνημεία της αρχαιοελληνικής και βυζαντινής παράδοσής του και τέλος, να χάνει και την ικανότητα «ανάγνωσης» των μνημείων της τέχνης, που κατακλύζουν τον τόπο μας και λειτουργούν σαν εύγλωττοι σημάντορες της πορείας του πολιτισμού μας.
Ο εικοστός αιώνας αποχαιρετά μια ανθρωπότητα, που είναι λίγο πολύ συνειδητοποιημένη για τα καταστροφικά αποτελέσματα, που είχε πάνω στο ανθρώπινο ‘πρόσωπο’, πάνω στις κοινωνίες και πάνω στη φύση, το πολιτισμικό μοντέλο του δυτικού πολιτισμού, με τις όποιες παραλλαγές του καπιταλιστικού ή σοσιαλιστικού τύπου.
Στον τόπο μας, παρά την επαναστατική στροφή που έκανε η ελληνική διανόηση και η τέχνη στον τομέα της πολιτισμικής μας ταυτότητας, στις δεκαετίες που ακολούθησαν τη Μικρασιατική καταστροφή και τον αφανισμό των εκτός Ελλάδος εστιών του ελληνικού πολιτισμού, τόσο η κοινωνία όσο και η επίσημη πολιτεία, (παγιδευμένες στην υπανάπτυξη που μας καταδικάζει η αποδοχή και βίωση της προτεραιότητας της οικονομίας και πολιτικής έναντι της αλήθειας και της ομορφιάς), μοιάζει να πιθηκίζουν ως ‘Ευρωπαίες’ παρά να λειτουργούν ως καταλύτες στις εξελίξεις και αναζητήσεις του σημερινού ανθρώπου.
Δ.
Το « Αλφαβητάρι της Πέτρας » είναι 24 ανθρώπινες μορφές, όσα και τα γράμματα του ελληνικού αλφάβητου, σκαλισμένες πάνω σε ισάριθμες λατύπες. Οι λατύπες είναι κομμάτια που αφαιρεί ο γλύπτης από τον όγκο της πέτρας, προκειμένου να δώσει στην άμορφη μάζα του υλικού του, τη μορφή που φιλοτεχνεί. Οι συγκεκριμένες 24 λατύπες έχουν κάτι το ξεχωριστό. Προέρχονται από τις υπόγειες στοές των αρχαίων λατομείων του Μαραθιού της Πάρου. Τις αγγίζεις με συγκίνηση και αναρωτιέσαι: Να είναι αυτό το κομμάτι ένα περίσσευμα από το κομμάτι της Παρίας λίθου, που ο Πραξιτέλης έφτιαξε το Ερμή του, ένα κομμάτι από τον όγκο, που γέννησε την Αφροδίτη της Μήλου, ή τον Παίδα του Κριτίου, ή την Νίκη της Σαμοθράκης ή…….
Στήνεις την πέτρα απέναντί σου και συνειδητοποιείς πως κι από μόνη της είναι μια ξεχωριστή οντότητα. Άλλωστε όλο το σύμπαν είναι «κομμάτια». Εγώ, όπως και σεις, είμαστε κομμάτια της ανθρώπινης φύσης, η λατύπη απέναντί μου είναι κομμάτι του κοιτάσματος του όρους Μάρπησσα, που κι αυτό είναι κομμάτι της Πάρου με τους λόφους, τις πλαγιές και τα ακρογυάλια της, τα φυτά, τα ζωντανά και τους ανθρώπους της, που κι αυτή η Πάρος είναι κομμάτι των Κυκλάδων, που είναι κομμάτι της Ελλάδος, που είναι κομμάτι της γης, που είναι κομμάτι του ηλιακού μας συστήματος, που είναι ελάχιστο κομμάτι του αέναα μεταβαλλόμενου σύμπαντος, που είναι κομμάτι…. της ‘κρυσταλλωμένης’ ενέργειας του άπειρου Θεού και δημιουργού.
Αυτή η απλή αλήθεια οριοθετεί τόσο την ταυτότητα όσο και την ετερότητα του κάθε κομματιού
Έτσι από τη μια σκοπιά το σύμπαν όλο είναι ταυτό και οργανικά ενιαίο. Είναι επομένως αδέλφια μου όλοι οι άνθρωποι, αλλά και ολόκληρη η δημιουργία, και το μικρό κομμάτι του μαρμάρου, που έστησα μπροστά μου και με τη σμίλη μου άνοιξα διάλογο.
Από τη άλλη σκοπιά το κάθε κομμάτι είναι μια ξεχωριστή οντότητα, που διαφέρει από κάθε άλλη ως προς την μορφή του, την ποσότητα ή την ποιότητά του. Αυτή η ετερότητα και μοναδικότητα το κάνει να δικαιούται σεβασμού όχι μόνο της εντελέχειάς του, αλλά και αυτής της ‘ετέρας’ και μοναδικής του υπόστασης, γι αυτό και οι μορφές, που σκαλίστηκαν πάνω στην πέτρα δεν αλλοιώνουν την αρχική μορφή της λατύπης.
Ε.
Το «Αλφαβητάρι της Πέτρας», συνιστά και μια πρόταση: Ν α διαβάσουμε τον κόσμο μας με ένα διαφορετικό αλφαβητάρι.. Για να είμαι ειλικρινής αυτό το αλφαβητάρι δεν είναι ούτε καινούριο, μήτε δικής μου έμπνευσης. Είναι τόσο παλιό, όσο και ο πολιτισμός που γεννήθηκε και ανδρώθηκε σ’ αυτόν τον ευλογημένο τόπο. Είναι τόσο κοινό, που το βίωσε στην καθημερινή του έκφραση ο ελληνικός πολιτισμός, σαν την ‘φυσική’ των πραγμάτων τάξη, στον τρόπο που ιερουργούσε το ωραίο, στον τρόπο που έχτιζε τα χωριά και τις πόλεις, εργαζόταν την φύση, θεσμοθετούσε τις ανάγκες του για «λίγο ψωμί, λίγο κρασί, Χριστούγεννα και Ανάσταση» και ευλογούσε νηφάλιος «τα περισσεύματα της τραπέζης» του.
Αριστείδης Βαρριάς
Σεπτέμβριος 1997